ΕΦΗΒΟΙ ΠΟΥ ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΜΕΓΑΛΩΣΟΥΝ ΚΑΙ ΨΥΧΟΣΩΜΑΤΙΚΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ

adolescence-eddie-durrett

H εφηβεία στις μέρες μας έχει παραταθεί, με αποτέλεσμα να βλέπουμε πολλά χαρακτηριστικά της ψυχικής πραγματικότητας της εφηβείας στους νέους ενήλικες, οι οποίοι δυσκολεύονται έντονα να διαφοροποιηθούν από τους γονείς τους.

Είναι γνωστό ότι κατά τη διάρκεια της εφηβείας οι γονείς απo-εξιδανικεύονται από τους εφήβους και κατά συνέπεια οι γονείς πενθούν για την απώλεια του γονεϊκού τους ρόλου και των ικανοποιήσεων που τους πρόσφερε η εξάρτηση των παιδιών από το πρόσωπό τους. Όσο μεγαλύτερη είναι η δυσκολία των γονέων να δεχτούν το γεγονός ότι απο-εξιδανικεύονται από τους εφήβους, τόσο πιο επώδυνη και χρονοβόρα θα είναι για τους τελευταίους η διεργασία της ατομικοποίησης και της αυτονομίας.

Και οι έφηβοι όμως δυσκολεύονται να απομακρυνθούν ψυχικά από τους γονείς και πολλές φορές τους προκαλούν με τη στάση τους. Ο Winnicott (1965) θεωρεί ότι με την αντιδραστικότητα αυτή, οι έφηβοι δηλώνουν με ένα ιδιότυπο τρόπο ότι έχουν απόλυτη ανάγκη από τη συμπαράσταση και τη βοήθεια των γονέων. Τους είναι άλλωστε απαραίτητο να μεγαλώνουν σε ένα σταθερό πλαίσιο που δεν καταλύεται από την επιθετικότητά τους.

Η ανάγκη για ψυχική απομάκρυνση από τους γονείς γίνεται ακόμα μεγαλύτερη στους νεαρούς ενήλικες, οι οποίοι για να μπορέσουν να αναλάβουν ψυχικά και να ανακαλύψουν τον εαυτό τους, χρειάζεται να πάρουν μια ψυχική απόσταση από τους γονείς. Είναι πολύ συχνό φαινόμενο όταν δυσκολεύονται να πάρουν αυτή την απόσταση και αυτό δεν μπορούν να το επεξεργαστούν με τη σκέψη ή με κάποια άλλη ψυχική διεργασία, να εμφανίζουν ψυχοσωματικά συμπτώματα (κρίσεις πανικού, δερματικές και εντερικές διαταραχές κλπ).

Πιο συγκεκριμένα, όταν είναι περιορισμένη η φαντασιωτική λειτουργία και η ονειρική σκέψη, οδηγούμαστε στην ανικανότητα του ασυνειδήτου να αναδυθεί μέσω των αναπαραστάσεων. Οι λιβιδινικές και οι επιθετικές ενορμήσεις δεν βρίσκουν διέξοδο μέσω του ψυχισμού και έτσι διοχετεύονται στο σώμα και το σώμα νοσεί.

Όταν οι γονείς είναι συναισθηματικά κοντά στους εφήβους και έχουν την ικανότητα να αντέξουν και να «σηκώσουν» την επιθετικότητα και όλα τα αρνητικά συναισθήματα που προβάλλουν οι έφηβοι επάνω τους, χωρίς να καταρρέουν ή να τους ανταγωνίζονται και χωρίς να νιώθουν ότι θα χαθούν αν το παιδί τους δεν ασχολείται μαζί τους, τότε επιτρέπουν στα παιδιά τους να τους απομυθοποιήσουν και να διαφοροποιηθούν από αυτούς.

Οι έφηβοι αυτοί εξελίσσονται σε νεαρούς ενήλικες οι οποίοι δεν «χάνονται» στα αδιέξοδα των γονιών τους. Σε αντίθετη περίπτωση, είναι πολύ πιθανό η ψυχική σύγκρουση που νιώθει ο νεαρός ενήλικας την οποία δεν μπορεί να συμβολοποιήσει -γιατί η ψυχική του ζωή είναι φτωχή και επομένως ανεπαρκής- να οδηγήσει σε σωματικές διαταραχές. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η επικράτηση των αποδιοργανωτικών κινήσεων επί των κινήσεων εξέλιξης, έχει ως αποτέλεσμα την επαναφορά της σωματοψυχικής οντότητας του νέου ανθρώπου σε προηγούμενα στάδια εξέλιξης των δομών και των λειτουργιών της.

Πιο συγκεκριμένα, όταν υπάρχει κατάθλιψη ή η υπερφόρτωση διέγερσης από τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος και ο ψυχισμός δεν μπορεί να επεξεργαστεί τις εσωτερικές διεγέρσεις, τα άγχη που  απορρέουν από αυτό παραπέμπουν στο αρχαϊκό άγχος του βρέφους όταν εξαφανίζεται η μητέρα του. Σε αυτές τις περιπτώσεις φαίνεται ότι ενεργοποιείται ένα μεγάλο φάσμα ψυχοσωματικής παθολογίας. Μέσα από την κλινική εμπειρία παρατηρούμε στους εφήβους και τους νεαρούς ενήλικες με ψυχοσωματική παθολογία, ότι προϋπήρχε από τα πολύ πρώιμα  χρόνια της ζωής τους ένα άγχος -το οποίο είναι πλέον ασυνείδητο καθώς έχει απωθηθεί- διότι δεν ένιωσαν επαρκώς ασφαλείς στο δεσμό με τη μητέρα τους.

Το άγχος αυτό σε ορισμένες περιπτώσεις αποδιοργανώνει αρκετά το νεαρό άτομο, το οποίο από μόνο του δεν μπορεί να αναγνωρίσει το αίτιο ή το συμβολικό του περιεχόμενο, εφόσον αυτά είναι ασυνείδητα. Ως εκ τούτου είναι πολύ σημαντικό να λαμβάνει ψυχοθεραπευτική βοήθεια για να αναγνωρίσει και να καταλάβει το νόημα των συμπτωμάτων του, γιατί η ιατρική θεραπεία, αν και σε πολλές περιπτώσεις απαραίτητη, συνήθως δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Βιβλιογραφία

Kreisler L. (1994). Η ψυχοσωματική του παιδιού. Χατζηνικολή : Αθήνα.

Kreisler L. (2001). Η σύγχρονη ψυχοσωματική του βρέφους και του παιδιού. Καστανιώτης : Αθήνα.

Winnicott D.W. (1969). De la Pédiatrie à la psychanalyse. Payot : Paris.

* Αναδημοσίευση από το lapsus